Καυκί, καύκος και καύκα: η ιστορία μιας λέξης
Γραφει η Παναγιωτα Ιωακειμίδου
Η λέξη καύκος ή καύχος σήμαινε τον κρυφό εραστή, το θηλυκό καύκα ή καύχα και το υποκοριστικό καυχίτζα σήμαιναν την ερωμένη, αλλά ακόμη και το νεαρό κορίτσι θεραπαινίδα ή δούλα.
Ο καύκος ή καύχος ήταν ο υπηρέτης, ο εραστής, αυτός που κερνά το κρασί, ο οινοχόος.
Στα λατινικά η λέξη έγινε cauculator, διευρύνθηκε η σημασία της λέξης και σήμαινε τον κεραστή ποτών, τα οποία μπορούσαν να διεγείρουν τον έρωτα (ερωτικά φίλτρα).
Ετσι ο εραστής ονομάστηκε καύκος,γιατί μεταχειρίζεται απατηλά μέσα, ερωτικά φίλτρα, για να παρασύρει τις τίμιες γυναίκες.
Η αρχική σημασία της λέξης καύκος ή καυκίον ήταν αγγείο χωρητικότητας βρώσης και πόσης.
Μετέπειτα έγινε συνώνυμο της λέξης ποτήρι με το οποίο κερνούσαν το κρασί.
Στην Βυζαντινή εποχή είχε την σημασία του κρασοπότηρου.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα το παρακάτω σύνθημα με το οποίο υποδέχτηκαν στον Ιππόδρομο οι Πράσινοι τον Αυτοκράτορα Φωκά : «Πάλι τὸν καύκον ἔπιες, πάλιν τὸν νοῦν ἀπώλεσας»( το ποτηράκι σου (καυκί) ήπιες πάλι το νου σου έχασες).
Λέγεται ότι ο Αυτοκράτορας οργίστηκε τόσο πολύ ώστε διέταξε την σφαγή 3.000 θεατών.
Στον Πτωχοπρόδρομο συναντάμε την λέξη, «καυκίν κρασίν ου δίδουν μου».
Η σημασία της λέξης διευρύνθηκε και σημαίνει βαθιά πιατέλα,γαβάθα,τους δίσκους της ζυγαριάς,αλλά και το καυκαλο της χελώνας και την κοίτη του ποταμού.
Στην Ερωφίλη συναντάμε τη λέξη καυκί του γιαλού=λεκάνη της θάλασσας.
Στις «νησιώτικες ιστορίες» του Α.Εφταλιώτη διαβάζουμε: «Και σώπασα μερικές φορές λαφροφυσώντας το καυκί και ρουφώντας γουλια-γουλια τον καφέ με όψη συλλογισμένη.
-Μπρε αδελφέ,είπε συγκινημένος,παραθέτοντας τα΄άδειο καυκί στο τραπέζι…..
Στο διήγημα του Παπαδιαμάντη «Οι κουκλοπαντρειές» έχουμε επίσης την λέξη, ««να γκρεμοτσακιστεί γρήγορα, να φύγει απ' εδώ αυτή κι ο καύκος της».
Σε άλλο διήγημα, «Ἡ Ἀσημίνα, ἡ παλαιὰ νοικάρισσά της, τραγουδίστρα τὸ
ἐπάγγελμα, ὅταν ἐξεκουμπίσθη κ᾽ ἔφυγε, τῆς ἐχρωστοῦσε τρία μηνιάτικα κ᾽
ἐννέα ἡμέρας. Καὶ τὰ μὲν ἔπιπλα, ὁποὺ ἔπρεπε κατὰ δίκαιον τρόπον νὰ τὰ
ἐκχωρήσῃ εἰς τὴν σπιτονοικοκυράν, τὰ παρέδωκεν εἰς τὸν καῦκόν της, τὸν
τελευταῖον ἀγαπητικόν της, ποὺ νὰ τσάκιζε τὸ πόδι της, νὰ μὴν εἶχε σώσει
ποτέ… (Τα Χριστούγεννα του τεμπέλη)
Η λέξη σήμερα επιβιώνει μόνον στην Κυπριακή και την ποντιακή διάλεκτο.
Στην κυπριακή σημαίνει εραστής, ενώ στην ποντιακή διατήρησε την σημασία του ποτηριού, ειδικά το ποτήρι του καφέ, αλλά και το ποτήρι του κρασιού.
Η ποντιακή με την δυναμικότητα που την διακρίνει παρήγαγε και άλλες λέξεις.
Το ρήμα καυκογυρίζω, περιφέρω το ποτήρι και κερνώ κρασί στους συνδαιτυμόνες.
Το επίθετο καυκομμάτης (καυκίν+ομμάτιν=μάτι),αυτός που έχει μάτια καθαρά και διαυγή σαν γυάλινα ποτήρια.
Μια ποντιακή παροιμία αποδίδει το νόημα της λέξης: « ο στραβομμάτ΄ς εγέντον
καυκομμάτ΄ς( για γυναίκες οι οποίες θρηνούν τον αποθανόντα σύζυγο, ο οποίος όσο ζούσε τον αποστρέφονταν και δεν τον τιμούσαν, γιατί είχε πολλά ελαττώματα και όταν πέθανε του έβρισκαν ανύπαρκτες αρετές).
Από το καυκίν+κατάληξη –ούτζα παρήγαγε την λέξη καυκούτζα,ένα είδος χόρτου που
έμοιαζε με καυκίν. το μαγικό ταξίδι των λέξεων…από τα Λατινικά στα Ποντιακά «Τα περπεντούλιά 'ς σο κατσί σ'δύο και τρία κάτια, ατά τα κουδουνίσματα φέρνε με 'ς σα μεράκια»
Η λέξη είναι Λατινική, praetento =κρεμιέμαι,μετοχή praetentens=κρεμασμένος
Η Ποντιακή από την μετοχή έπλασε την λέξη περπεντούλτς και περπεντουλέας=ο κουρελιάρης,αυτός δηλαδή που κρέμονται από πάνω του τα ρούχα σαν κουρέλια,το ρήμα περπεντουλέζω=κουρελιάζω και κουρελιάζομαι
Από εδώ παράγεται και η λέξη περπεντούλια,είδος κρεμαστών επιμετώπιων κοσμημάτων,τα οποία ανάγονται στη Βυζαντινή περίοδο.
Μαρτεύκουμαι….ένα πρωτότυπο ρήμα της ποντιακής Σημαίνει φέρομαι αλλοπρόσαλλα ,σαν τον Μάρτιο…είμαι άστατος,ασυνεπής,αλλάζω συνέχεια γνώμη.
Ενα ποντιακό δίστιχο λέει:
Ο Μάρτς όνταν μαρτεύκεται,δεβαίν τον Καλαντάριν
κι ονταν καλομηνεύκεται ,δεβαίν τον καλοκαίριν"
(ο Μάρτιος όταν φέρεται σαν Μάρτης ,ξεπερνάει τον Γενάρη,και όταν φέρεται σαν Μάης ,ξεπερνάει το καλοκαίρι)
Η βενετσιάνικη Γόνδολα και ο ποντιακός κούντουρος ( ο Φεβρουάριος ): ίδια ρίζα
Το ταξίδι των λέξεων είναι μαγικό και σε ταξιδεύει ακόμα και πάνω σε γόνδολες καμιά φορά…
Μελετώντας το έγκυρο λεξικό της αγγλικής γλώσσας Random Ηouse Webster΄s College Dictionary, στο λήμμα γόνδολα διαβάζω: η γόνδολα είναι μικρό ελληνικό μεσαιωνικό σκάφος και προέρχεται από το επιθετο κουντούρα–κοντή ουρά σκάφος δηλαδή με κοντή ουρά…οι πόντιοι κούντουρο ονομάζουμε τον φεβρουάριο .
Η λέξη προέρχεται από το ίδιο επίθετο κούντουρος=κοντή ουρά και ονομάστηκε έτσι βέβαια γιατί εχει λιγότερες μέρες… το ποντιακό Αρζούβαλος …και το νεοελληνικό ατσούμπαλος Αρζούβαλος στα ποντιακά είναι ο αγροίκος στους τρόπους ,ο απολίτιστο
Το νεοελληνικό ατσούμπαλος έχει την ίδια σημασία ,ίσως και πιο διευρυμένη.
Εχουν όμως την ίδια ρίζα την αρχαία λέξη "σιπαλός" που σημαίνει τον θεότυφλο,σακάτη,κουτσό….
Ο Γουρζουλάς- τα γουρζούλε και τα παρελκόμενα
Όταν οι μολυσματικές ασθένειες θέριζαν και χιλιάδες άνθρωποι πέθαιναν, η λαϊκή φαντασία έπλασε φανταστικά πρόσωπα με τα οποία εικονίζονταν αυτές οι αρρώστιες.
Ο Γουρζουλάς ήταν η πανούκλα προσωποποιημένη , τον φαντάζονταν σαν έναν γίγαντα χειροδύναμο που επισκεπτόταν τα χωριά με νταούλια και ζουρνάδες για να δρέψει τις ψυχές…οι χωρικοί τρομοκρατημένου κατέφευγαν στις σπηλιές..η αρρώστια θέριζε και οι φοβισμένοι άνθρωποι έπλασαν ιστορίες γύρω από αυτόν …
Σχετικά με τον Γουρζουλά πλάστηκα πολλές λέξεις και φράσεις…π.χ. ο Γουρζουλάς κι εσέβε σε ( για κάποιον που παραπονιέται άδικα).
Εβγάινω ασην χολέραν και εμπαινω σον Γουρζουλαν( από ένα κακό πέφτω σε άλλο χειρότερο).
Άλλες παράγωγες λέξεις :
Γουρζουλε.. .φαγητό δηλητηριασμένο …γουρζούλε να τρως …
γουρζουλοαίματος. ..μακάρι να σε σκοτώσει ο Γουρζουλάς
γουρζουλομακέλιστος….μακάρι να σε θάψει ο γουρζουλάς
γουρζουλομάσετος…… μακάρι να σε μασήσει ο γουρζουλάς
γουρζουλόσκιστος……..μακάρι να σε σκίσει ο γουρζουλάς
και ένα ρήμα ..γουρζουλωνω …δινω φαγητό καταραμένο : εγουρζουλωσα τον να τρωει και να παει χάτε ( τον περιδρόμιασα
να φαει και να παει να χαθει)…
Ναμούσ’
Ναμούς είναι η τιμή,η αξιοπρέπεια,το φιλότιμο.Περίεργη η διαδρομή της λέξης.
Η ελληνική λέξη νόμος πέρασε στα αραβικά και από εκεί στα τουρκικά,είναι αντιδάνειο.
Εποίκες με άμον παλαλόν κι εχάσα το ναμούσ΄-ι-μ, κι η χώρα ελέπ΄με κι θαρρεί
πως δι’ και παίρ΄ο νουσ’-ι-μ τουφάνι-τουφανίζω
Τουφάνι σημαίνει ανεμοστρόβολος,χιονοθύελλα.
Η αρχαία λέξη τυφών πέρασε στα αραβικά tufan και από εκεί στα τουρκικά και στα ποντιακά.
Οι Πορτογάλοι την παίρνουν και αυτοί από τους Αραβες σαν tufao.
Στα Αγγλικά μέσω της Ελληνολατινικής η λέξη Typhon γίνεται typhoon.
Η Ποντιακή έκανε:τουφανίζω,τουφάνισμα.
Το ποντιακό μασχαρεύω=αστειεύομαι ..και ο μασκαράς ίδια ρίζα
Το ποντιακό ρήμα σημαίνει αστειεύομαι,ερωτοτροπώ και προέρχεται από το αραβικό mashara=γελωτοποιός.
Στα νέα ελληνικά οι λέξεις μασκαρά,μάσκα ήρθαν από την ιταλική masca .
Στην τουρκική maskara είναι ο ανήθικος,ο αναιδής,πέρασε την τούρκική από το αραβικό maschara (από όπου και το ποντιακό μασχαρεύω).
Η λέξη στην ελληνική έδωσε τις λέξεις: μασκέ, μάσκαρα, μασκαράς, μασκαρεύω,
μασκάρεμα μασκαριλίκι, μασκότ κ.ά
Από το ομηρικό αορτήρ ως τα ποντιακά…ορτάρε..και τις ιταλικές κάλτσες
Η πορεία μιας λέξης μέσα στον χρόνο αλλάζει σημασιολογικό φορτίο εντελώς ή διευρύνεται.
Η λέξη ορταρε στα ποντιακά είναι οι κάλτσες οι μάλλινες πλεχτές με βελόνες …
Η ομηρική λέξη είναι αορτήρ και σήμαινε αρχικά θήκη ξίφους (χρυσεοισιν αορτήρεσιν Ιλιαδα Λ 31)….στην πορεία του χρόνου έχουμε την μεσαιωνική λέξη ορταριον ,που ήταν ένα είδος υποδήματος ( αρταρια παρ ημίν οι των ποδών πίλοι,λεξικό Σουίδα) ….κάτι αντίστοιχο έχουμε και στα λατινικά και εκεί το υπόδημα πήρε την σημασία της κάλτσας (λατινική calceus =υπόδημα, κάλτσα,ιταλικά kalza).
Παναγιωτα Ιωακειμίδου για το vima365
Το σχόλιο σας θα δημοσιευθεί αφου εγκριθεί πρώτα απο τον διαχειριστή για την αποφυγή υβριστικού η προσβλητικού περιεχομένου.
