ΔΙΟΓΕΝΗΣ Ο ΚΥΝΙΚΟΣ
Απο την Αρχαιολογο Σοφία Δημητριαδου Κοκκίνου
Ο Διογένης γεννήθηκε στη Σινώπη του Πόντου (404 πΧ ?)
Τον κατηγόρησαν για παραχαράκτη καθώς ο πατέρας του ήταν επόπτης του νομισματοκοπείου, και τον έδιωξαν από την πόλη.
Ήρθε στην Αθήνα και έγινε μαθητής του Αντισθένη, ιδρυτή της κυνικής φιλοσοφίας, και έλεγαν πως ο μαθητής, ξεπέρασε το δάσκαλο.
Η βάση της φιλοσοφίας του ήταν, πως ο άνθρωπος δεν χρειάζεται πολλά στη ζωή του, πως δημιούργησε άχρηστες ανάγκες, και πως θα πρέπει να περιφρονεί την πολυτέλεια, να απέχει από κάθε εξάρτηση, και να ξαναγυρίσει πίσω στη φύση.
Ο ίδιος γυρνούσε ξυπόλητος και κακοντυμένος στους δρόμους , με ένα σακούλι στον ώμο που είχε μέσα ένα ποτήρι.
Το ποτήρι το πέταξε σαν είδε ένα παιδί που έπινε νερό από τη χούφτα του, γιατί του φάνηκε άχρηστο. Σαν νύχτωνε, κοιμόταν στη Βασίλειο Στοά, στην αγορά της Αθήνας.
Κάποια μέρα αποφάσισε να πάει στην Αίγινα και τον έπιασαν πειρατές. Τον πήγαν στην Κρήτη να τον πουλήσουν για δούλο. Σαν τον ρώτησαν τι ήξερε να κάνει, απάντησε «ανθρώπων άρχειν».
Τον άκουσε ο Ξενιάδης από την Κόρινθο και του έκανε εντύπωση η απάντηση του παράξενου δούλου.
Τον αγόρασε και τον πήρε μαζί του στην Κόρινθο. Του εμπιστεύτηκε την ανατροφή των γιων του, και δεν το μετάνιωσε..
Ο Διογένης τους έμαθε ποίηση και επιστήμες, κυνήγι, ακόντιο και ιππασία.
Το σημαντικότερο όμως που τους έμαθε ήταν να είναι ολιγαρκείς και μετριόφρονες και ν΄αγαπάνε τη φυσική ζωή.
Στην Αθήνα ζούσε το χειμώνα, τα καλοκαίρια στην Κόρινθο, όπου για σπίτι είχε ένα βαρέλι. Εκεί τον συνάντησε ο Μέγας Αλέξανδρος και στάθηκε μπροστά του .—

Στην εικόνα ,το μαρμάρινο ρωμαικό ανάγλυφο (Ρώμη, Βίλα Αλμπάνι), ο Αλέξανδρος τον ρωτάει αν θέλει κάτι, και ο Διογένης του απαντά, να πάει πιο εκεί, γιατί του κρύβει τον ήλιο…
Τον θαύμασε ο Αλέξανδρος και είπε «αν δεν ήμουν ο Αλέξανδρος θα ήθελα να είμαι ο Διογένης…..».
Ο Διογένης δεν ήταν προσηλωμένος σε κάποια πατρίδα., έτσι η σύγχρονοί του τον χαρακτήρισαν «κοσμοπολίτη».
Ατέλειωτα είναι τα ανέκδοτα που διασώθηκαν, ιδιαίτερα από τον Διογένη Λαέρτιο, και μας μας βάζουν στη φιλοσοφία του με τις έξυπνες, ειρωνικές και καυστικές απαντήσεις του.
Όταν τον ρώτησαν γιατί μέρα μεσημέρι τριγυρίζει με αναμμένο φανάρι , απάντησε «άνθρωπον ζητώ».
Κάποιος τον ρώτησε πότε πρέπει να γευματίζουν και απάντησε «οι πλούσιοι όποτε θέλουν, οι φτωχοί, όποτε μπορούν».
Στην ερώτηση ποια θηρία δαγκώνουν περισσότερο, απάντησε »από τα άγρια ο συκοφάντης, από τα ήμερα ο κόλαξ»
Στο γιατρό Διδύμωνα που είχε τη φήμη μοιχού, σαν τον είδε να θεραπεύει το μάτι μιας κόρης του είπε «πρόσεξε μήπως θεραπεύων οφθαλμόν, φθείρεις την κόρην»(λογοπαίγνιο με την κόρη του ματιού).
Όταν άκουσε τον ορισμό του ανθρώπου από τον Πλάτωνα «ον δίπουν άπτερον», δεν δίστασε να μαδήσει έναν κόκορα και δείχνοντάς τον στην Ακαδημία να πει, «Ιδού ο άνθρωπος του Πλάτωνος».
Βάζω ακόμα ένα.- Στην ερώτηση πότε πρέπει κάποιος να παντρεύεται, απάντησε » Οι μεν νέοι ουδέποτε, οι δε πρεσβύτεροι ουδεπώποτε».
Πέθανε στην Κόρινθο, σε μεγάλη ηλικία, και οι Κορίνθιοι τον κήδεψαν με μεγαλοπρέπεια.
Στον τάφο του έβαλαν μία στήλη από μάρμαρο Πάρου που τον παρουσιάζει μαζί με ένα σκύλο.
Το σχόλιο σας θα δημοσιευθεί αφου εγκριθεί πρώτα απο τον διαχειριστή για την αποφυγή υβριστικού η προσβλητικού περιεχομένου.