Τουρκία και Ισραήλ στη Συρία: Η σκιά μιας σύγκρουσης κ’ η
εύθραυστη ισορροπία της γεωπολιτικής αποσυμφόρησης
Από τον Χρήστο Κατσέα
Στην παρηκμασμένη σκηνή της συριακής τραγωδίας, ένα νέο θέατρο διαμορφώνεται, σιωπηλό αλλά ζέον: η άτυπη στρατιωτική συνύπαρξη Τουρκίας και Ισραήλ στο βόρειο και ανατολικό μέτωπο της χώρας.
Μετά τηνπαρακμή της ισχύος του καθεστώτος Άσαντ, η Συρία μεταβλήθηκε —όπως άλλοτε ο Λίβανος ή το Ιράκ— σε πεδίο ετερογενούς ανάθεσης εξουσιών και επιρροών, όπου συναντιούνται δυνάμεις με αντίθετους σκοπούς, αντιμαχόμενες αλλά αναγκαστικά συγκλίνουσες: Ισραήλ και Τουρκία.
Η παρουσία και των δύο κρατών στη Συρία δεν είναι νέα.
Το Ισραήλ, εδώ και χρόνια, διεξάγει στοχευμένες αεροπορικές επιδρομές κατά ιρανικών και φιλοϊρανικών στόχων εντός συριακού εδάφους, επιχειρώντας να αποτρέψει την εδραίωση μόνιμων στρατιωτικών υποδομών από τη Χεζμπολάχ και το Ιράν.
Η Τουρκία, από την πλευρά της, με αφορμή την ασφάλεια των συνόρων της και την αντιμετώπιση του YPG-PKK, έχει εγκαθιδρύσει ζώνες στρατιωτικού ελέγχου στον βορρά, επιδιώκοντας παράλληλα να ανασυστήσει ένα είδος μετα-οθωμανικής επιρροής σε σουνιτικές κοινότητες.
Η πρόσφατη απόπειρα δημιουργίας «μηχανισμού αποσυμφόρησης» μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας, που αποκαλύφθηκε σε δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών Χακάν Φιντάν στις 9 Απριλίου στο CNN Turk, σηματοδοτεί μια νέα περίοδο τακτικισμού και ψυχρής διαχείρισης ρίσκου.
Οι δύο χώρες φέρονται να έχουν ήδη ξεκινήσει τεχνικές συνομιλίες για την αποτροπή
«παρεξηγήσεων» και πιθανών στρατιωτικών επεισοδίων.
Με απλά λόγια: η Άγκυρα και το Τελ Αβίβ γνωρίζουν ότι η «de facto» συνύπαρξή τους σε ένα διαμελισμένο πεδίο πολέμου ενέχει τον κίνδυνο ανάφλεξης —και, παρ’ όλη τη
ρητορική ένταση, επιθυμούν να το αποφύγουν.
Δεν πρέπει όμως να παραγνωριστεί η πολιτική υποκρισία κ’ η στρατηγική αμφισημία αυτών των επαφών.
Από τον Οκτώβριο του 2023 και την έναρξη του πολέμου Χαμάς–Ισραήλ, οι διμερείς σχέσεις Άγκυρας–Τελ Αβίβ έχουν περιέλθει σε βαθιά κρίση.
Η ρητορική του Τούρκου Προέδρου Ταγίπ Ερντογάν έχει σκληρύνει, ταυτιζόμενη με παλαιστινιακά αιτήματα —όχι πάντως δίχως ιδιοτελή υπολογισμό εσωτερικής κατανάλωσης και διεθνούς επιρροής.
Αυτή η αντίφαση —ρητορική αντιπαλότητα και τεχνική συνεννόηση— μαρτυρεί τη νέα φύση των περιφερειακών ανταγωνισμών: οι κρατικές οντότητες παύουν να ερίζουν με όρους πολέμου ολοκληρωτικού, αλλά συγκατοικούν σε καθεστώς γεωπολιτικής αναγκαστικότητας.
Οι πόλεμοι είναι πλέον, συχνά, ελεγχόμενοι.
Οι συγκρούσεις υπολογισμένες. Το παιχνίδι δεν είναι πια του «ο θάνατός σου, η ζωή μου», αλλά του «να κερδίσω χωρίς να χαθώ, να εδραιωθώ χωρίς να καώ».
Ωστόσο, το συριακό έδαφος δεν εγγυάται βεβαιότητες.
Η παρουσία στρατιωτικών ομάδων, παραστρατιωτικών, μισθοφόρων και τοπικών φρουρών καθιστά το ενδεχόμενο ένοπλης αντιπαράθεσης όχι απλώς πιθανό αλλά «εν δυνάμει απρόβλεπτο».
Κανένας μηχανισμός αποσυμφόρησης δεν μπορεί να εγγυηθεί την πειθαρχία των ένοπλων στοιχείων ή τη σταθερότητα ενός εκρηκτικού γεωπολιτικού τοπίου.
Η Συρία λειτουργεί, λοιπόν, ως «δοκιμαστικός σωλήνας» της μεταψυχροπολεμικής Ανατολής· ένα πεδίο στρατιωτικής συνύπαρξης δυνάμεων με ετερόκλητους σκοπούς, αλλά κοινή αναγκαιότητα επιβίωσης.
Τόσο η Τουρκία όσο και το Ισραήλ θα εξακολουθήσουν να δρουν, να παρατηρούν, να υπολογίζουν.
Η ειρήνη, ωστόσο, δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα· μονάχα μια προσωρινή «αναβολή» της σύγκρουσης — μέχρι νεωτέρας.
Χρῆστος Κατσέας ἐπὶ τοῦ «Vima365.gr»
Το σχόλιο σας θα δημοσιευθεί αφου εγκριθεί πρώτα απο τον διαχειριστή για την αποφυγή υβριστικού η προσβλητικού περιεχομένου.
