Το δίλημμα του Βουλευτή

του Στέφανου Ληναίου
Αναρωτιέμαι αν ξέρουν, λίγοι ή πολλοί, την αβάσταχτη, πικρή μελαγχολίατου βουλευτή, όταν, ψηφίζοντας ένα πολυσήμαντο νομοσχέδιο, πρέπει να πει ένα ναι ή ένα όχι.
Έζησα πέντε μήνες αυτή την αβάσταχτη μοναξιά του ισοπεδωμένου βουλευτή, «κουκί» κι εγώ, ανάμεσα στα «κουκιά» της Βουλής, από τον Νοέμβρη του 1989 ως τον Απρίλη του 1990 και θα θυμάμαι αυτούς τους πέντε μήνες, σαν
ένα κακό όνειρο. Ευτυχώς, δεν δέχτηκα ποτέ να είμαι ξανά υποψήφιος..
Έτσι, λοιπόν, όπως έδειχνε το Βουλευτή, η τηλεοπτική κάμερα, ένα ασήμαντο «κουκί» ανάμεσα στην πληθώρα των «κουκιών», να περιμένει την εκφώνηση του ονόματος του, να ψελλίσει κάποιο ουδέτερο άχρωμο ναι ή όχι
κι ύστερα να σηκώνεται βαριεστημένα και να πηγαίνει για καφέ και για τσιγάρο, στο καφενείο της Βουλής.
Μέσα σ’ αυτά τα ασήμαντα δευτερόλεπτα που του έφταναν για να πει το ναι ή το όχι του, κρύβεται ολόκληρη η αβάσταχτη μοναξιά του Έλληνα βουλευτή… Αρχίζει και τελειώνει η βασανιστική πορεία του, να γίνει ο
«αντιπρόσωπος του λαού», που θα πολεμήσει για τα… μεγάλα συμφέροντα του Έθνους…
Έβλεπα και τώρα στη Βουλή, λίγες μέρες πριν, την ίδια σχεδόν αμήχανη «αρμάδα», να ψηφίζει, ένα επίσης πολυσήμαντο νομοσχέδιο και ανατρίχιασα.
Γιατί τώρα δεν τα άκουσα ούτε τα είδα μέσα στη Βουλή..
Τα είδαμε όλα, γραμμένα κάπου αλλού.
Γιατί άραγε;
Ίσως γιατί για πρώτη φορά, όλα τα «κουκιά», αντιμετώπισαν, τόσο «διχαστικά», τρία μεγάλα διλήμματα.
Τη Συνείδηση.. Τον Αρχηγό… Τον Ψηφοφόρο…. .
Αυτή η συνείδηση που σπάνια έχει την ευκαιρία να ακουστεί, να ψηφίσει, να κραυγάσει, μέσα σ’ αυτή την ψυχρή και σοβαροφανή αίθουσα. Πώς θα την αντέξει, πώς θα κοιμηθεί το βράδυ;
Αν ξέρατε πόσες «σειρήνες» τον μαγεύουν, πόσα «χρέη» τον κυνηγούν και πόσες «φωνές» μαστιγώνουν τη
συνείδηση του βουλευτή.
Ποιον να ακούσει;
Σε ποιον να πειθαρχήσει; Για ποιον να απελευθερώσει τη συνείδηση του και να ψηφίσει ελεύθερα;
Να μην πειθαρχήσει στην εντολή του «αρχηγού»;
Δεν πρόκειται να είναι πάλι υποψήφιος..
Να μην υπακούσει στη φωνή του ψηφοφόρου του, θα γίνει «προδότης» για τους δικούς του και «παλικάρι» για τους άλλους.
Να μην ψηφίσει για το ρουσφέτι του συμπατριώτη του; Τον έχασε για πάντα. Να μη συμπαραταχθεί με κάποιο δελφίνο; Κάηκε… Αν, μάλιστα είναι και αυτός «δελφίνος», θα τον φάνε οι άλλοι «δελφίνοι»…
Φαίνονται τόσο λογικά μέσα στον παραλογισμό τους όλα αυτά, ώστε θα πρέπει να αναρωτηθούμε, μέχρι πότε θα κυριαρχεί αυτή η κατάσταση. Άραγε, υπάρχει θεραπεία;
Κι αν υπάρχει, θα «επιβληθεί» με το ζόρι; Δηλαδή «άνωθεν», όπως, ουσιαστικά, πρότεινε ένας θεωρητικός του είδους, σε έναν κώδικα αυτοελέγχου που δημοσίευσε κάποτε σε έναν Οικονομικό Ταχυδρόμο; Όπως
«επιβάλλεται» ακόμη και με τον πιο σύγχρονο κανονισμό της Βουλής, αφού όλα τα «όργανα κλειδιά», τοποθετούνται και ελέγχονται από τα πολύ μεγάλα οικονομικά «συμφέροντα», της εκάστοτε κυβερνητικής πλειοψηφίας;
Μήπως, τελικά, για αυτά τα μεγάλα, οικονομικά, «συμφέροντα» ψηφίζει: Και όχι για τα δικαιώματα των απλών Ελλήνων Πολιτών; Μήπως, χωρίς να το
καταλάβει, είτε ναι πει είτε όχι, το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο. Με μια
«μαγική παρέμβαση», όλα πλέον, δυστυχώς, είναι προαποφασισμένα;;
Απελπισία, λοιπόν;
Όχι, βέβαια. Αρκεί να μοιράσουμε τις ευθύνες σε όλους μας. Και στους βουλευτές που εκμεταλλεύονται το ύψιστο λειτούργημα της πολιτικής και στους ψηφοφόρους που το ισοπεδώνουν..
Η λύση είναι μία:
Για να έχουμε βουλευτές με δική τους συνείδηση, πρέπει πρώτα να έχουμε και ψηφοφόρους με δική τους συνείδηση…
Εκτός και αν η Ιστορία δικαιώσει έναν σοφό Άνθρωπο που είπε μια πικρή αλήθεια.
» Αν οι εκλογές άλλαζαν τον κόσμο, κάποιοι θα τις είχαν απαγορεύσει..»
–Στέφανος Ληναίος