ΤΟ ΔΙΑΒΑΤΗΡΙΟ ΜΟΥ
Λιλίκα Αρνάκη
Δεν φοβάμαι.
Δεν κρύβομαι.
Μιλάω με τις σκέψεις μου ατόφιες,
κατευθείαν απ’ την καρδιά μου.
Τολμώ να σε κοιτώ στα μάτια —
εκεί να δεις την αλήθεια των λόγων μου.
Διεκδικώ τα «θέλω» μου,
τα όνειρά μου,
τις επιθυμίες μου.
Δεν με πτοούν τα «πρέπει».
Δεν κρύβω τα συναισθήματά μου —
δεν φοβάμαι τον αληθινό μου εαυτό.
Οι πράξεις μου δεν απέχουν από τη θεωρία.
Αγαπώ τον άνθρωπο.
Οι μικρότητες με αφήνουν αδιαφορη.
Περιφρονώ τις κακίες.
Η ομορφιά βρίσκεται στην απλότητα,
στην ουσία των πραγμάτων.
Στέκομαι ευθυτενής.
Βλέπω μπροστά.
Υποστηρίζω με πάθος τις απόψεις μου.
Τις συνθήκες, εγώ τις δημιουργώ.
Με οδηγεί η καρδιά μου —
όπου εκείνη λέει να πάω.
Νιώθω την κάθε ψυχή.
Μιλώ ψυχή με ψυχή.
Δεν περιπλανιέμαι άσκοπα.
Το όνειρό μου έχει γραμμή πλεύσης.
Οι ύφαλοι, και σκόπελοι —
σταθμοί ανατροφοδότησης.
Βλέπω τον ορίζοντα
με τα χρώματα του ουράνιου τόξου.
Είμαι ο εαυτός μου.
Δεν έχω να αποδείξω σε κανέναν, τίποτα.
Αντέχω.
Μισώ τις θεωρίες,
τις έτοιμες συνταγές,
τις δήθεν αρχές.
Ακολουθώ το δικό μου,
δύσκολο μονοπάτι.
Είμαι πιστή στον εαυτό μου —
κι έτσι, κάποτε
θα τον γνωρίσω αληθινά.
Το Διαβατήριο της Ψυχής
Υπάρχει ένα διαβατήριο που δεν εκδίδεται από κράτη, δεν σφραγίζεται από εξουσίες, ούτε λήγει. Είναι εσωτερικό, άυλο, ανυπότακτο. Είναι το διαβατήριο της ελευθερίας του προσώπου.
Η Λιλίκα Αρνάκη το κρατά ψηλά, σαν μαρτυρία αυθεντικότητας – όχι ως τεκμήριο κατοχής, αλλά ως πράξη συνεχούς επιλογής.
Το κείμενο αυτό είναι μια ανακήρυξη αυτονομίας. Μια υπαρξιακή δήλωση ότι ο άνθρωπος δεν είναι καθορισμένος από κοινωνικούς ρόλους, φόβους ή επιταγές. Δεν σκύβει το βλέμμα – κοιτά στα μάτια, γιατί η αλήθεια δεν φοβάται. Η αυθεντικότητα δεν χρειάζεται άμυνα. Δεν είναι θωράκιση· είναι γυμνότητα που λάμπει από εσωτερική ισορροπία.
Η συγγραφέας μάς καλεί να υπερβούμε το «πρέπει» – δηλαδή τη συμβατικότητα, τις προσδοκίες των άλλων, την εσωτερικευμένη καταπίεση. Το αντίβαρο στο «πρέπει» είναι το «θέλω» που έχει περάσει μέσα από φωτιά και δοκιμή· όχι το αυθαίρετο εγώ, αλλά η καθαρή βούληση που γεννιέται από αξίες. Η πράξη που συμφωνεί με τη θεωρία. Η πίστη που περνά στην πράξη.
Εδώ δεν μιλά απλώς μια γυναίκα· μιλά ένα υποκείμενο ελεύθερο. Ένας άνθρωπος που δεν διαπραγματεύεται την ευθύτητα, που στέκεται — λέξη δύσκολη στη σημερινή εποχή της υπεκφυγής.
Η Άρνακη αναγνωρίζει ότι η ζωή έχει ύφαλους και σκοπέλους. Αλλά τους βλέπει ως «σταθμούς ανατροφοδότησης» — όχι ως εμπόδια, αλλά ως δασκάλους. Είναι ένας βαθύτατα στωικός τρόπος σκέψης: τα πάθη, οι πληγές, οι ήττες δεν εξορίζονται από το νόημα· το νοηματοδοτούν.
Η ύψιστη δήλωση είναι στο τέλος: «Δεν έχω να αποδείξω σε κανέναν και τίποτα». Είναι το σημείο της πνευματικής ενηλικίωσης. Εκεί που ο άνθρωπος δεν παλεύει να εγκριθεί· έχει εσωτερικά εγκρίνει την πορεία του. Έχει δώσει εξετάσεις στην ίδια του την ψυχή – και την ακολουθεί.
Το «Διαβατήριό μου» είναι τελικά η διακήρυξη μιας ζωής σε πλήρη εγρήγορση. Ένας στοχασμός που θα μπορούσε να στέκεται δίπλα στα λόγια του Καμύ για την εξέγερση, του Καστοριάδη για την αυτονομία, ή του Νίτσε για τη δύναμη της αυθεντικής βούλησης.
Είναι ένα κάλεσμα:
Να ζεις χωρίς να κρύβεσαι.
Να πιστεύεις χωρίς να φοβάσαι.
Να προχωράς χωρίς να χρειάζεσαι εξηγήσεις.