Μετά την Γιγαντομαχία και την νίκη των θεών, η Γαία (γη) απελπισμένη που έχασε όλα τα παιδιά της, αποφάσισε να εκδικηθεί τους Ολύμπιους. (Απολλόδωρος)
. Πήγε στην Κυλικία και ενώθηκε με τον Τάρταρο (θεότητα που ζούσε πιο κάτω και από τον Κάτω Κόσμο), και γέννησε το τρομερότερο τέρας, τον Τυφωέα (Τυφώνα).
Μισός άνθρωπος μισός φίδια στο κάτω μέρος, ψηλότερος από τα πιο ψηλά βουνά.
Σαν άπλωνε τα χέρια του έφταναν από την Ανατολή μέχρι τη Δύση .
Στην εικόνα, υδρία του 580 π.Χ με παράσταση του Τυφωέα. Κρατικές Συλλογές Αρχαιοτήτων, Μόναχο.
Τα μάτια του έβγαζαν φλόγες και από το στόμα του έβγαιναν άναρθρες κραυγές (Ησίοδος).
Τρόμαξαν οι Ολύμπιοι θεοί σαν τον αντίκρυσαν. Έφυγαν για την Αίγυπτο και μεταμορφώθηκαν σε ζώα για να μη τους αναγνωρίσει.
Μόνος του έμεινε ο Δίας να τον αντιμετωπίσει. Η μάχη έγινε στο Κάσιον Όρος (στη Συρία).
Ο Τυφωέας κατάφερε να κόψει με την άρπη τους τένοντες των χεριών και των ποδιών του Δία.
Τον ακινητοποίησε, τον έκρυψε στο Κωρύκειον Άντρον της Κυλικίας, και έβαλε τον αδελφό του Πύθωνα να τον φυλάει.
Κρυφά τη νύχτα πλησίασαν ο Ερμής με τον Πάνα. Εκλεψαν τους τένοντες και τους φόρεσαν στο Δία.
Ο πατέρας των θεών και των ανθρώπων ανέβηκε στον Όλυμπο, άρπαξε τους κεραυνούς του και επιτέθηκε στον Τυφωέα.
Η τελική μάχη έγινε στο όρος Αίμος (Θράκη).
Ο Τυφωέας έτρεξε προς τη Σικελία όπου ο Δίας τον κατακεραύνωσε και τον καταπλάκωσε με την Αίτνα (Πίνδαρος).
Από τα έγκατα της γής ακούγονται ακόμα τα μουγκρητά του και πετάγονται φλόγες και λάβα .