vima365 – Γιώτας Τσερτεκίδου : Η ποίηση ως προσκύνημα και μνήμη!
Συνέντευξη στον Χρήστο Κατσέα
Καλεσμένη : Γιώτας Τσερτεκίδου
Η ποίηση ως προσκύνημα και μνήμη!
Στον καιρό της ταχύτητας και της φθοράς των λέξεων, η Γιώτα Τσερτεκίδου πορεύεται αντίρροπα —ποιήτρια της μνήμης, της αισθαντικότητας και μιας καθαρής προσήλωσης στην εικόνα, νοούμενης ως αποτύπωμα ψυχής.
Ἐν ἀρχῇ ἦν ἡ ἀπώλεια —του πατέρα, της ρίζας, της στοργής—, και μέσα σ’ αυτή τη ρωγμή εγεννήθη το πρώτο της βιβλίο: «Μια αιωνιότητα – θα περιμένω τη στιγμή σου», μια παραμυθική προσφορά όχι στον θάνατο, αλλά στη ζώσα παρουσία της αγάπης που δεν πεθαίνει!
Η ποίηση της Τσερτεκίδου δεν διαβάζεται — βιώνεται. Όπως ένα μουσικό θέμα του Χατζιδάκι ή ένας πίνακας του Γιώργου Τζιόκα —του ζωγράφου που, υπό την πένα της, εγράφη όχι ως βιογραφία αλλά ως έμμετρος ύμνος στη γυναικεία ουσία, στο πρόσωπο της μητέρας, στην ίδια τη ζωγραφική ως
«γλώσσα της σιωπής».
Την καλούμε, λοιπόν, σε μια εσωτερική συνομιλία, όχι μόνον περί της ποίησης —αλλά περί της ζωής, της τέχνης, της απώλειας, του έρωτα, της μητέρας και του ονείρου. Όσα δεν χωρούν σε λέξεις, ίσως καταφέρουν να ειπωθούν στη σιωπή ανάμεσα στις ερωτήσεις που ακολουθούν..
Χ. Κ. — Πώς βιώσατε τη μετάβαση από την απώλεια του πατέρα σας στη δημιουργία του πρώτου σας βιβλίου; Ποια συναισθηματική δύναμη σας ώθησε να γράψετε;
Γ. Τ. — Γράφω από μικρή ηλικία η ζωή μου είναι ποίηση έως σήμερα, έχω στην συλλογή μου παιδικά και εφηβικά ποιήματα μικρές και μεγάλες αναμνήσεις στιγμών που περνούν στην αιωνιότητα. Ότι γράφεται μένει για πάντα.
Η μνήμη είναι το δυνατό στοιχείο του ανθρώπου όπου ξεχωρίζει από όλα τα άλλα όντα του Θεού.
Η απώλεια του πατέρα μου με συγκλόνισε, με ωρίμασε, με σκόρπισε στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, από εκείνη την ημέρα κατάλαβα ότι ανήκω παντού.
Ένας εξαιρετικός φίλος λογοτέχνης-δημοσιογράφος ο Ευγένιος Παπαδόπουλος μου, πρότεινε να γράψω κάτι και να του το παραδώσω όταν θα γυρνούσε από ένα ταξίδι στο εξωτερικό, αυτό ήταν.
Η ανάγκη μου να εκφράσω με τρόπο παραμυθένιο το πένθος, μου βγήκε σε εξιλέωση και στην
συνέχεια στην έκδοση του πρώτου μου βιβλίου ¨Μια αιωνιότητα θα περιμένω την στιγμή σου¨.
Χ. Κ. — Η Κατερίνη είναι η σημερινή σας εστία. Πώς επηρεάζει η γεωγραφία του τόπου το ποιητικό σας βλέμμα;
Γ. Τ. — Τα πρώτα χρόνια ήταν δύσκολα για μένα να προσαρμοστώ, από την Θεσσαλονίκη κέντρο Κωνσταντινουπόλεως, μες τους φίλους, τους πολύ αγαπημένους συγγενείς, τα φώτα, την κοσμοπλημμύρα και την βοή, στη άκρη της Κατερίνης μέσα στα σκοτάδια, στα δέντρα και στην φύση.
Το κελάηδημα των πουλιών και το καθαρό τοπίο, με θέα τον Όλυμπο και τα Πιέρια όρη, ήταν το έναυσμα να γράψω τα πρώτα μου ποιήματα. Η έμπνευση ήταν η παρέα μου, η ευτυχία που έπρεπε να χτίσω εντός μου στην νέα φιλόξενη γη.
Χ. Κ. — Γράφετε με γνώμονα τον αδιόρατο «σπινθήρα» της ματαιοδοξίας, ή μήπως, αντλείτε την έμπνευσή σας απ’ τις υψηλές προσδοκίες της αισιοδοξίας και της αναζητήσεως του εφικτού;
Γ. Τ. — Ματαιότης ματαιοτήτων τα πάντα ματαιότης, όπως λέει και η εκκλησιαστική ρήση της Παλαιάς Διαθήκης, όχι δεν με αγγίζει η κενοδοξία της ύλης και της δόξας. Δεν υφίστανται αυτά, είναι η μεγάλη πλάνη του κόσμου το χρήμα και η δόξα.
Συναισθήματα αισιοδοξίας ακόμα και στις πιο πένθιμες στιγμές, πάντα με ειλικρίνεια και ρεαλισμό, όσον είναι εφικτό προσπαθώ να μεταφέρω στα γραπτά μου για τους αναγνώστες και για εμένα.
Χ. Κ. — Ποιο είναι το νήμα που ενώνει την ποίηση με τη ζωγραφική, μέσα στο έργο σας; Πώς «μεταφράζετε» έναν πίνακα σε ποίημα;
Γ. Τ. — Είναι ένας αόρατος μανδύας που σκεπάζει το όλον, το πνεύμα μετουσιώνεται σε λέξεις που προκαλούνται από το έργο τέχνης, ένα συνονθύλευμα εκρήξεων του νου, που ζω εκείνη την στιγμή σε ένα παράλληλο σύμπαν, το σύμπαν του ζωγράφου, την ψυχοσύνθεση της στιγμής του, παράλληλα με την δική μου στιγμή. Είναι κάτι μαγικό!
Χ. Κ. — Ποια υπήρξε η πιο συγκλονιστική εμπειρία συνεργασίας σας με εικαστικό ή μουσικό δημιουργό;
Γ. Τ. — Η συγκλονιστική εμπειρία μου που ήταν και μάθημα ζωής, ήταν η συνεργασία μου με τον σπουδαίο ζωγράφο Γιώργο Τζιόκα.
Τον άνθρωπο που μου χάρισε όλη την ζωή του-το έργο του, με τις δυο μεγάλες συνεργασίες με
τον Μάνο Χατζιδάκι και Οδυσσέα Ελύτη σε πίνακες.
Το βάρος και η ευθύνη ήταν τεράστια, έπρεπε να ανταποκριθώ και να είμαι αντάξια της ιστορία του ζωγράφου που υποκλίθηκε η παγκοσμιότητα, αναγνώρισαν και θαύμασαν οι μεγάλοι άνθρωποι των Τεχνών και των Γραμμάτων ανά την υφήλιο.
Όφειλα να πιάσω και να καταθέσω την πεμπτουσία της σύλληψης των έργων τέχνης και την διαχρονικότητα των εποχών. Για μεγάλο χρονικό διάστημα, μιλούσαμε αργά το βράδυ, με την ηρεμία της νύχτας για τους πίνακες και κρατούσα σημειώσεις, στην συνέχεια έγραφα νύχτες ολόκληρες, για μήνες με έβρισκε το φως της ημέρας.
Το δεύτερο βιβλίο μου ¨Γυναίκα αέναη πηγή έμπνευσης.
Ποίηση για τον ζωγράφο Γιώργο Τζιόκα¨ ακόμα και σήμερα με βάζει στον πειρασμό να γράψω πάνω στους πίνακες, δεν κατάφερα να γράψω κάτι ωραιότερο, από εκείνους τους στίχους.
Έχω την εντύπωση ότι δεν θα δεχτώ ποτέ αντικατάσταση με νεότερους στίχους, ούτε καν μια τελεία δεν αλλάζω.
Χ. Κ. — Ο τίτλος «Γυναίκα: αέναη πηγή έμπνευσης» ενέχει ισχυρό συμβολικό φορτίο. Πώς προσδιορίζετε —μέσα απ’ το έργο σας— την έννοια της θηλυκότητας ως αισθητική και βιωματική έκφραση;
Γ. Τ. — Γυναίκα στο μεγαλείο της, συμπαντική, αναντικατάστατη, στο όλον προσθέτει, γίνεται μέλλον αθανασίας μέσω των απογόνων της!
Γυναίκα δάκρυα καρδιάς, της πίστης αλήθεια, φως του σύμπαντος και ελπίδα, ολόλαμπρο παράδειγμα, Θεού ευλογημένη μητέρα!
Χ. Κ. — Πόσο δύσκολο είναι να μεταφερθεί η εσωτερική μουσική ενός ποιήματος σε άλλη γλώσσα;
Γ. Τ. — Είναι πολύ δύσκολο γιατί η Ελληνική γλώσσα είναι πολυδιάστατη. Ο ποιητής είναι λεξηπλάστης. Η κάθε λέξη έχει την ακριβή της έννοια, είναι πλούσια, ποιοτική και άπειρη.
Ο μεταφραστής έχει βαρύ φορτίο και ευθύνη να αποδώσει το έργο στο άριστον. Η συνεργασία του ποιητή με τον μεταφραστή πρέπει να είναι άμεση, αλλιώς κινδυνεύει το έργο.
Πολλά έργα, φυσικά χάρις καλής μετάφρασης εκτοξεύθηκαν και άλλα υποτιμήθηκαν από τους αναγνώστες.
Σε αυτό στάθηκα τυχερή και στις δυο συνεργασίες μου, χάρις την Γεωργία Χαιδεμενοπούλου στην Ιταλική μετάφραση μου ήρθαν δυο παγκόσμια βραβεία από Ιταλία καθώς και στον Ιωάννη Χειμωνάκο στην Αγγλική μετάφραση φιλοξενήθηκα σε πολλές χώρες του εξωτερικού σε εφημερίδες και εκδηλώσεις.
Χ. Κ. — Ποια είναι η σχέση της ποίησής σας με την ελπίδα; Είναι φως; Είναι τραύμα; Είναι κάλεσμα;
Γ. Τ. — Είναι ένα συνονθύλευμα εκρήξεων του νου, λαμβάνω κάλεσμα και ανταποδίδω με φώς! Την ώρα της γραφής δεν υπάρχουν τραύματα, εξαϋλώνονται και μετουσιώνεται η δημιουργία, είναι σαν μικρές γεύσεις παραδείσου εδώ στην γη.
Χ. Κ. — Αν μπορούσατε να συνομιλήσετε ποιητικά με μια μεγάλη μορφή
—αρχαία ή σύγχρονη— ποιον ή ποια θα επιλέγατε;
Γ. Τ. — Η Ελληνική ποίηση είναι ευλογία της πολυδιάστατης ελληνικής μας γλώσσας.
Θα ήθελα να συνομιλήσω με τον Όμηρο, μου είναι άκρως γοητευτικό, άξιο θαυμασμού, οι χιλιάδες των στίχων του τόσο άψογα δομημένες.
Η Ιλιάδα και η Οδύσσεια τα δυο έπη που διδάσκονται στα σχολεία όλου του κόσμου, στην παγκόσμια λογοτεχνία, με χιλιάδες μηνύματα ανθρωπολογικής τάξεως και διδάγματα στα παιδιά μας, είναι μαθήματα ζωής στην σύγχρονη κοινωνία.
Πως μπόρεσε το ελληνικό αθάνατο πνεύμα να μείνει στην αιωνιότητα, πως μπόρεσε να γράψει χιλιάδες στίχους!
Επίσης μια ποιήτρια που αγαπώ πολύ, είναι η Ελευθερία Αναγνωστάκη Τζαβάρα που αφήσαμε μια συζήτηση μισή έξω από το νέο μουσείο της Ακρόπολης, όπου με πλησίασε και μου εξομολογήθηκε ¨έχω γράψει χιλιάδες στίχους για σένα, σε κάθε μου βιβλίο υπάρχεις¨ πριν χρόνια, με μιαν υπόσχεση να την συνεχίσουμε και έκτοτε δεν μπόρεσα να την βρω ποτέ στο τηλέφωνο.
Μια ποιήτρια με χιλιάδες στίχους σε κάθε βιβλίο της, άκρως θηλυκή και ερωτική, όαση της ποιήσεως στον ύψιστο βαθμό!
Χ. Κ. — Ποια είναι, τελικά, για σας η ουσία του ποιητή: να μαρτυρεί, να προφητεύει ή να αγαπά;
Γ. Τ. — Ο ποιητής ΑΓΑΠΑ! Προφητεύει γιατί αγαπά και θέλει να προστατεύει. Μαρτυρεί, γιατί αγαπά πολύ όλον τον κόσμο!
Χ. Κ. — Ζούμε σε μια εποχή όπου κυριαρχεί η εικόνα, η ταχύτητα κ’ η επιφάνεια. Πώς μπορεί η ποίηση —με τον στοχαστικό της ρυθμό—να επιβιώσει μέσα σε τέτοια πίεση επιφανειακότητας;
Γ. Τ. — Θα απαντήσω με ερωταπάντηση. Πώς να αποδώσω τα όσα νιώθει η ψυχή σαν ταξιδεύει, νιώθω δέος μπρός στις ολάνθιστες λέξεις καρπούς που ξεπροβάλλουν, απ του μυαλού τα όμορφα ταξίδια, μες την απρόσωπη, ρηχή ασχήμια, στην παρακμή της νέας τάξης των πραγμάτων θα επιμένω να γράφω-ζω όσο πιο ανθρώπινα μπορώ.
Χ. Κ. — Ποιος είναι σήμερα ο ρόλος της γυναίκας-ποιήτριας μέσα σ’ έναν κόσμο που ακόμη παλεύει με τα στερεότυπα;
Πόσο δύσκολο είναι ν’ αρθρώσει λόγο που να την ξεπερνά ως φύλο, χωρίς ν’ αποποιείται τη θηλυκή της πνοή;
Γ. Τ. — Προσωπικά η ελευθερία είναι η πρώτη μου φύση. Αφιερώνομαι με εμπιστοσύνη, άκρατα ανοίγω την αγκαλιά μου να δεχτώ μέσω της ποίησης αυτό το δυνατό γεμάτο ευαισθησία συναίσθημα, γράφω και πολλές φορές τα δάκρυα ευγνωμοσύνης δεν σταματούν, τι ευλογία Θεέ μου χάρισες να γεννηθώ ευτυχισμένη, να γεννηθώ στοργή, φιλευσπλαχνία, έρωτας, τι ευλογία Θεέ μου χάρισες να γεννηθώ γυναίκα!
Χ. Κ. — Τι φοβάστε περισσότερο για τη σημερινή κοινωνία; Και ποια λέξη θα σώζατε αν όλα τα υπόλοιπα κατέρρεαν;
Γ. Τ. — Η σημερινή κοινωνία είναι σε μιαν πλάνη διαρκώς, έχει χάσει το αληθινό νόημα της ζωής, την απλότητα της πανανθρώπινης υπόστασης.
Η λέξη που θα έσωζα είναι η ΑΓΑΠΗ για τον Θεό, τον πλησίον, τα ζώα, την φύση, το σύμπαν.
Χ. Κ. — Η ανάγνωση και η τέχνη: συνιστούν, άραγε, χρέος υπαρξιακό του Ανθρώπου ή προνόμιο που γεννά η ελευθερία;
Γ. Τ. — Ο ποιητής γεννιέται ελεύθερος, χωρίς τα πρέπει και μη της κοινωνίας, είναι από υλικό αθάνατο. Εκτίθεται χωρίς φόβο, με πάθος της ψυχικής αντίληψης στην κοινωνία ανά τους αιώνες.
Πιστεύω στην απλότητα, δεν υφίσταται για μένα υπαρξιακό χρέος εφόσον υπάρχει με την παρουσία του εν ζωή και μετά θάνατον, παρά μόνον ελευθερία του λόγου και έκφραση αγάπης.
Χ. Κ. — Ποιο είναι το όνειρό σας για το επόμενο έργο; Γράφετε ήδη κάτι νέο;
Γ. Τ. — Ότι είναι θέλημα Θεού είναι το όνειρο μου!
Γράφω από μικρή ηλικία και θα συνεχίσω να γράφω-ζω χωρίς τον αυτοσκοπό της έκδοσης βιβλίου. Έχω γράψει για κάποιες σειρές έργων τέχνης του
Γιώργου Τζιόκα επίσης για έργα ζωγράφων, ένα βιβλίο έπος ποίησης και έχω πάνω από χίλια κοινωνικοπολιτικά, ερωτικά και ποικίλης ύλης ποιήματα.
Σκέφτομαι έναν τόμο συγκεντρωτικό, δεν θέλω πολλά βιβλία και εκδόσεις, ένα είναι αρκετό να δωρίσω όλη μου την ψυχή για την ποίηση και τους φίλους που την αγαπούν.
Αυτό τον καιρό με τα γεγονότα που βιώνει η ανθρωπότητα έχω ρίξει το βάρος στα κοινωνικοπολιτικά, με κρίση, ενάντια στην κατάκριση.
Χ. Κ. — Σας ευχαριστώ για τον χρόνο σας!..
Γ. Τ. — Ευχαριστώ πολύ για την καλή σας διάθεση, τον χρόνο και τη φιλοξενία! Όλα τα καλά του Θεού σας εύχομαι ολόψυχα!