Επανάσταση μητροπολίτη Διονυσίου Β΄ «Φιλοσόφου» στην Καρδίτσα, Άγραφα, Τρίκαλα (1600). Συμμετοχή αρχιεπισκόπου Φαναρίου και Νεοχωρίου Καρδίτσας Σεραφείμ κ.ά. κληρικών.

Δημήτρης Κ. Αγγελής, συγγραφέας – αντιστράτηγος ΕΛ. ΑΣ. (ε.α).
Α’ ΜΕΡΟΣ (εκ συνολικά 4 ων )
Αρχές του 1593 ο έξαρχος Γαλατά της Κωνσταντινούπολης (μονή Χρυσοπηγής) Διονύσιος (;-1611+) χειροτονείται, απ’ τον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιερεμία Β΄ (1536-1595), μητροπολίτης Λαρίσης (1593-1601), «Dionisio Arcivescovo di Larissa», αλλά επειδή, από πολλών ετών, η έδρα του δεν έχει καθόλου χριστιανούς μεταβαίνει στα Τρίκαλα, απ’ όπου και η ονομασία μητροπολίτης Τρίκης: Τρικάλων.
Γνωστό είναι ότι η μεταφορά της έδρας του μητροπολίτη Λάρισας στα Τρίκαλα έγινε ήδη απ’ το 1318.
Τα πλησίον εκεί μέρη δεν του είναι άγνωστα, αφού άλλωστε γνωρίζουμε ότι, καταγόμενος από αρχοντική και πλούσια οικογένεια, μόνασε ως καλόγερος στο μοναστήρι του αγίου Δημητρίου Διχούνη, μεταξύ των χωριών Κεράσοβο και Ραντοβίστι στην επαρχία Παραμυθιάς της Θεσπρωτίας· πιο πριν είχε σπουδάσει στην Ιταλία φιλοσοφία (εξ’ ου και το Φιλόσοφος), φιλολογία, θεολογία και πιθανότατα ιατρική και φυσικές επιστήμες – φυσική και μετέπειτα (περί το 1585) στην Κωνσταντινούπολη
γραμματική, ποίηση και λογική

Εκεί στην Πόλη άσκησε παράλληλα και το έργο του διδασκάλου, διότι είχε γίνει γνωστός ως «σοφός διδάσκαλος».
Ως τόποι καταγωγής του αναφέρονται το χωριό Φανάρι – Μαγούλα (σημερινή Μαγούλα) της Καρδίτσας έχοντας το κοσμικό όνομα Ευστράτιος Ευσταθίου η Τρίκκη κ.ά.
Προκύπτει, ωστόσο, ότι είναι τέκνο – «βλαστός της Θεσσαλίας» (δυτικοθεσσαλός) καθώς ο ίδιος έτσι δηλώνει, περηφανεύεται γι’ αυτό και αυτοπροσδιορίζεται, τόσο με την ίδιά του υπογραφή, όσο και με την εγγραφή τής προσωπικής του σφραγίδας.
΄΄Ο Καπετάν΄΄ Διονύσιος, τμήμα της υπογραφής και η σφραγίδα του.
Ο ορθόδοξος μητροπολίτης Διονύσιος λοιπόν, οραματίστηκε πανθεσσαλική επανάσταση εκδίωξης του Τούρκου κατακτητή και για την προετοιμασία της ενήργησε ως εξής:
-Ενέταξε στο εκκολαπτόμενο κίνημα κι άλλους αρχιερείς, όπως π.χ. τον «Vescono» αρχιεπίσκοπο Φαναρίου και Νεοχωρίου Καρδίτσας Σεραφείμ, τον μητροπολίτη Άρτας και Ναυπάκτου Γαβριήλ, Ιωαννίνων Νεόφυτο, Δυρραχίου Χαρίτωνα, Δημητριάδος Αγάπιο, τον Ιάκωβο ίσως Αγράφων, Ζητουνίου Δανιήλ, Γαρδικίου (Ζάρκου) Παρθένιο και τον ηγούμενο της μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος (ή Μεγάλου Μετεώρου)
των Μετεώρων Παχώμιο.
-Αρχές καλοκαιριού του 1600 πραγματοποίησε μυστική σύσκεψη στην πόλη της Άρτας με τους μητροπολίτες Άρτας και Ναυπάκτου Γαβριήλ, Ιωαννίνων Νεόφυτο, Δυρραχίου Χαρίτωνα και πολλούς άλλους ιεράρχες, με σκοπό να συντονίσουν τη δράση και την οργάνωση της επανάστασης, η οποία επαναλήφθηκε κι άλλες φορές στην Άρτα.
Όπως προέκυψε από έρευνες σε ιταλικά και ρουμανικά αρχεία, αργότερα οι συσκέψεις τους μεταφέρθηκαν στη μονή «De Tarne» Τατάρνας στα νοτιοδυτικά Άγραφα, όπου και τα σύνορα Θεσσαλίας
– Ηπείρου – Στερεάς Ελλάδας, ενώ όταν κοινοτάρχες πρόδωσαν τις εκεί επαφές τους, στους Τούρκους, οι συνωμότες μετέφεραν τις συναντήσεις τους σε άλλο άγνωστο μέρος.
-Σχημάτισε μια επιτροπή με σκοπό να διευθύνει κεντρικά τον αγώνα στη Θεσσαλία, ορίζοντας μέλη τον Ηπειρώτη ευγενή Πίκουλη Ιωάννη, ο οποίος λειτουργούσε ως σύνδεσμος με τους επαναστάτες στην Ήπειρο, και τον ηγούμενο της μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος των Μετεώρων Παχώμιο.
-Προκειμένου να έχει οικονομική άνεση για την οργάνωση του αγώνα, άρχισε να κατακρατεί, αφενός «[…] την πατριαρχικήν ζητείαν τε και βοήθειαν […]», τα χρήματα δηλαδή που ως μητροπολίτης συγκέντρωνε απ’ τις επισκοπές του και όφειλε ν’ αποστέλλει κάθε χρόνο στο Πατριαρχείο ως «έσοδα» των εκκλησιών, αφετέρου «[…] τα της βασιλείας χαράτσια […]», τους ανήκοντες στη «βασιλεία» σουλτάνο συγκεντρωμένους ραγιάδικους φόρους – χαράτσια.
-Πριν την 11 η Δεκεμβρίου 1598 απέστειλε στη Βενετία έμπιστο καλόγερό του των Ιωαννίνων, για συνεννοήσεις με τους ευρισκομένους εκεί Έλληνες, επιζητώντας αποστολή βοήθειας του βασιλιά της Ισπανίας Φιλίππου Γ΄ ή των ιπποτών της Μάλτας.
«E venuto qua dalla Janina un caloiro greco espedito dall’ Arcivescovo di Larissa con lettere di credenza […]».

-Το καλοκαίρι του 1600 απέστειλε πρεσβευτές στην Πράγα και υπέβαλε αίτηση – έκκληση στον αυτοκράτορα της Γερμανίας Ροδόλφο Β΄ (1576-1612), περί αποστολής ανδρών και οπλισμού για 40.000 πολεμιστές Θεσσαλούς, που θα εξεγείρονταν υπό τις διαταγές του ιδίου του μητροπολίτη Διονυσίου, του μητροπολίτη Άρτας και Ναυπάκτου Γαβριήλ και όλων των προαναφερθέντων αρχιερέων·του ζητήθηκε επίσης να
μεσολαβήσει σχετικά και στον Πάπα Κλήμη Η΄.
Μετά την Πράγα και τον Ροδόλφο Β΄, οι πρεσβευτές του μετέβησαν και είχαν σχετικές συναντήσεις κατ’ αρχάς στη Μαδρίτη με το Κρατικό Συμβούλιο της Ισπανίας κι’ ύστερα με τον Ισπανό αντιβασιλιά κόμη Ντε Λέμος στο ισπανικό βασίλειο της Νεάπολης στην Ιταλία, στον οποίο παρέδωσαν τέσσερα, σχετικά, με την προετοιμαζόμενη επανάσταση, υπομνήματα, δηλώνοντας ότι όλοι μαζί οι ως άνω ιεράρχες, μ’ επικεφαλής τον Διονύσιο, είναι έτοιμοι να επαναστατήσουν τις περιοχές της Θεσσαλίας, Ηπείρου και Στερεάς.
Απ’ τις συναντήσεις τους αναμφίβολα προέκυψε ότι οι Ισπανοί διέκειντο θετικά στα αιτήματα ενθαρρύνοντας τον όλο στρατιωτικό σχεδιασμό, δίνοντας μάλιστα ο αντιβασιλιάς, κατ’ αρχάς, και σχετικές θετικές υποσχέσεις στους πρεσβευτές, οπότε οι τελευταίοι αμέσως απέστειλαν ενημερωτικές, της ευνοϊκής ισπανικής στάσης, επιστολές στον Διονύσιο και τα ευχάριστα νέα διαδόθηκαν στους ραγιάδες και στους
κλεφτοκαπεταναίους κι αρματολούς των Αγράφων.
Οι ως άνω απεσταλμένοι του, καθώς και εκείνοι που εκπροσωπούσαν τους επαναστάτες, ήταν οι «Ευγενείς», Νικόμιο (Νικόλαος) Δονάτος, Σκαρλάτος Δονάτος και Ιωάννης Ίβρος οι οποίοι κατάγονταν απ΄ τα χωριά Νεοχώρι και Βλάσι των Αγράφων, ο Ποστέλνικο Κων/νος, και οι Ηπειρώτες Ηγούμενος Εμμανουήλ, Αψαράς Σταύρος και Μάτσας Σκαρλάτος.
Ο αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ, πατώντας την πανούκλα.
-Την εποχή αυτή (τέλη του 16 ου αιώνα και οπωσδήποτε μετά τον Δεκέμβριο του 1598), εντοπίζεται μια αχρονολόγητη και ανυπόγραφη επιστολή – υπόμνημα, την οποία οι κάτοικοι της Θεσσαλίας, Μακεδονίας και Ηπείρου απέστειλαν στον Πάπα Κλήμη Η΄ (1592–1605), πριν το Μάιο του 1600, παρακαλώντας τον να βοηθήσει στην απελευθέρωσή τους.
Του έγραφαν χαρακτηριστικά:
«Κέχηνε προς τούτο ο του Χριστού λαός, ο Θετταλίας, Ηπείρου τε και Μακεδονίας και σύμπασα εφεξής η Ελλάς και μυρίους υπέρ της πίστεως θανάτους υποστήσεται […] Ούτω και ημείς αυτοί παρεσκευάσμεθα […]
Ναι, προς των ιερών δογμάτων, Πάτερ Μακαριώτατε, εξεγέρθητι κατά του πολεμίου δράκοντος […] Πάρασχε ώτα φιλακροάμονα ταις ημετέραις εκτενέσι πρεσβείαις, […] περίζωσαι την ρομφαίαν σου ο δυνατός και έντεινε, και κατευοδού, και βασίλευε, και η δεξιά του Υψίστου θαυμαστώς οδηγήσει σε […]
Επάκουσον των ημετέρων πρέσβεων, εν οις αν παρ’ αυτών κατακοντισθείης […]
Μικρός και ολίγιστος ο συρφετός των απίστων και ουκ αξιόλογος και περί τα πολεμικά περιδεής και μάλιστα και ανίσχυρος, […] ετοιμοτάτη λοιπόν η οδός· εξελού ημάς της του απηνούς τυράννου χειρός […] πρόφθασον, προνόησον, υπεράσπισαι, και υπερασπιείταί σου ο θεός […]».
Υποκινητής και κύριος πρωταγωνιστής της κίνησης αυτής των Θεσσαλο – Μακεδονο – Ηπειρωτών καθώς και συντάκτης της παραπάνω επιστολής, θεωρείται απ’ τους ερευνητές ο ορθόδοξος μητροπολίτης Λαρίσης και Τρίκκης Διονύσιος Β΄, ο οποίος την απέστειλε στον Πάπα μ’ ένα καλόγερο απ’ τα Ιωάννινα, και
-Ήλθε σ’ επαφή προχωρώντας σε συνωμοτικές συνεννοήσεις και με τον ηγεμόνα της Βλαχίας Μιχαήλ τον Γενναίο· ενέργεια που προκύπτει απ’ το γεγονός ότι οι Τούρκοι κατηγόρησαν το Διονύσιο, πως μαζί μ’ άλλους αρχιερείς ευρίσκονταν σε συζητήσεις με τον Μιχάηλ.
fb Δημήτρης Αγγελής
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
Για το vima365
Το σχόλιο σας θα δημοσιευθεί αφου εγκριθεί πρώτα απο τον διαχειριστή για την αποφυγή υβριστικού η προσβλητικού περιεχομένου.